Βραδιά Φαγητού σε μια Παλιά Μονοκατοικία στην Ηλιούπολη
Τα πιάτα είναι δύο ειδών. Τα πορτοκαλί με τις μεγάλες κόκκινες παπαρούνες, από το γαμήλιο σερβίτσιο των γονιών του, και τα λευκά απ’ το καλό σερβίτσιο της γιαγιάς. Ο Χρήστος Ελευθεριάδης σχεδιάζει να τα γεμίσει με ένα σωρό πράγματα για τους φίλους του: χανιώτικη κρεατότουρτα με στάκα, τηγανητά πιτάκια με γαρίδες, όπως αυτά που έτρωγε στη Χιλή, σούπες με όστρακα και μυρωδικά, μπρουσκέτες με γεύση από Κολομβία, τάρτες με φρούτα και παγωτό. Αν είσαι καλεσμένος του πάντως δεν σημαίνει μόνο ότι θα φας καλά, αλλά και ότι θα ζήσεις μια εμπειρία βγαλμένη κατευθείαν από τα αθηναϊκά 60s.
Ένα σπίτι από άλλη εποχή
Το σπίτι το ζηλεύεις με το που το βλέπεις. Μια μονοκατοικία της Ηλιούπολης, με τον κήπο να μισοκρύβει την πρόσοψη και θέα τον Υμηττό. Ο Χρήστος, αρχιτέκτονας αλλά και μάγειρας με αδυναμία στα μεγάλα τραπεζώματα, σταμάτησε το ζύμωμα στη μέση και βγήκε στην όμορφη εξώπορτα να μας υποδεχτεί. Στα αριστερά οι μπουκαμβίλιες και τα γιασεμιά οργιάζουν. Στα δεξιά ένα από τα φοινικόδεντρα έχει βγάλει βλαστάρια σ’ όλο του τον κορμό. «Αυτή η μεριά της αυλής θυμίζει λίγο Μεξικό, Yucatan» λέει και μας περνάει με σύντομες διαδικασίες μέσα, στο ζωντανό μουσείο που κάποτε ήταν η αστική οικία των παππούδων του. Στο τωρινό του σπίτι δηλαδή, εκεί όπου του αρέσει να καλεί γνωστούς και φίλους μαγειρεύοντας αυτά που του κάνουν κέφι.
«Το σπίτι το έχτισαν οι παππούδες μου το 1952, με αυτό το χαρακτηριστικό αστικό στυλ. Εδώ έζησαν, εδώ μεγάλωσε και η μητέρα μου. Και ακόμα και τώρα που το κατοικώ έχει παραμείνει ακριβώς όπως ήταν, ακόμα και τα μικροαντικείμενα είναι απείραχτα»
Περνάμε γρήγορα από το χωλ. Μια τριήρης, κύματα, δελφίνια, γλάροι και κύκνοι έχουν χαραχτεί με αμμοβολή στη τζαμένια πόρτα που το χωρίζει από το καθιστικό. Σαν καινούργιες είναι οι λουλουδάτες ροζ ταπετσαρίες, το ίδιο και τα μαρμάρινα τραπέζια, οι κρυστάλλινοι πολυέλαιοι, η μεγάλη τραπεζαρία, στρωμένη και στολισμένη με φρούτα και φρέσκα λουλούδια. Το μωσαϊκό λάμπει κυριολεκτικά. «Έχει σεντέφι, στρείδι δηλαδή. Η μπορντούρα είναι μάλιστα σχέδιο της αδερφής της γιαγιάς μου. Εκείνη το εμπνεύστηκε και το έδωσε στον μάστορα να της το φτιάξει» εξηγεί ο Χρήστος. «Το σπίτι το έχτισαν οι παππούδες μου το 1952, με αυτό το χαρακτηριστικό αστικό στυλ. Εδώ έζησαν, εδώ μεγάλωσε και η μητέρα μου. Και ακόμα και τώρα που το κατοικώ έχει παραμείνει ακριβώς όπως ήταν, ακόμα και τα μικροαντικείμενα είναι απείραχτα». Στο μπαλκόνι, δίπλα στις φερ φορζέ, μας δείχνει τη γλάστρα με τη μεγάλη μονστέρα που έχει φυτευτεί και αυτή το ‘50 και κρατάει ακόμα γερά.
«Είναι δύσκολο να ταιριάξουν εδώ καινούργια πράγματα, γι΄αυτό και έχω κάνει ελάχιστες παρεμβάσεις. Μόνο στην κουζίνα για εντελώς πρακτικούς λόγους έχω αλλάξει λίγα πράγματα αλλά πάντα προσπαθώντας να διατηρήσω το στυλ του σπιτιού» συμπληρώνει. Στον ξύλινο πάγκο που έχει προσθέσει ξαναπιάνει τώρα το ζυμάρι για τη λαδένια του και κόβει χοντρά κομμάτια από γινωμένες ντομάτες. Η κοπέλα του, η Χριστίνα, βοηθάει στις προετοιμασίες για το αποψινό τραπέζι και κερνάει κρύες βυσσινάδες.
Όταν ο κόσμος έκανε τραπέζια
Η ιδέα για τις βραδιές φαγητού, τις οποίες ονομάζει «Καλός Αέρας» (εκ του Μπουένος Άιρες), δεν ήρθε τυχαία στον Χρήστο. Οι αναμνήσεις από τα μεγάλα οικογενειακά τραπέζια αλλά και τα δέκα χρόνια που έζησε στην Λατινική Αμερική συνέβαλαν σ’ αυτή.
Σχεδόν κάθε μέρα της βδομάδας είμασταν αλλού καλεσμένοι. Αυτή τη σπιτική ατμόσφαιρα, τη συνήθεια που έχει σχεδόν χαθεί τα τελευταία 15-20 χρόνια, θέλω να αναβιώσω.
«Η γιαγιά μου μαγείρευε πολύ καλά, ήταν Μικρασιάτισσα. Μας ετοίμαζε πάντα μια υπέροχη τυλιχτή σπανακόπιτα αλλά και πιάτα ποντιακά και μικρασιάτικα. Έκανε μαντί, κεσκέκι με σιτάρι και κοτόπουλο, έφτιαχνε ζυμαρικά, άνοιγε φύλλο. Η μαμά μου από την άλλη δοκίμαζε διάφορα στο σπίτι, ακόμα και κινέζικη κουζίνα. Τα γεμιστά της, που είναι τα καλύτερα, τα κάνει με τεράστιες ποσότητες κρεμμυδιού, πολύ καλές ντομάτες που διαλέγει μια μια, κουκουνάρι, σταφίδα, πολύ δυόσμο και πολύ μαϊντανό. Εκείνη καλούσε κόσμο τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα. Τη θυμάμαι να κάνει τα ψώνια, να το σχεδιάζει στο μυαλό της, να βρίσκει συνταγές που θα εντυπωσιάσουν. Το μαγείρεμα ξεκινούσε δύο μέρες πριν και το αποτέλεσμα ήταν ένας τεράστιος μπουφές. Για το τέλος δύο γλυκά! Αντίστοιχα το ίδιο συνέβαινε σε σπίτια οικογενειακών φίλων. Σχεδόν κάθε μέρα της βδομάδας είμασταν αλλού καλεσμένοι. Αυτή τη σπιτική ατμόσφαιρα, τη συνήθεια που έχει σχεδόν χαθεί τα τελευταία 15-20 χρόνια, θέλω να αναβιώσω».
Οι εμπειρίες στη Λατινική Αμερική ενίσχυσαν ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον του για τη μαγειρική. Στα 30 του έκανε πλάνο να περάσει έξι μήνες στην Αργεντινή αλλά τελικά η τύχη τα έφερε έτσι ώστε να μείνει εκεί δέκα χρόνια δουλεύοντας ως αρχιτέκτονας, part-time μάγειρας αλλά και τουριστικός οδηγός σε διάφορες χώρες της Ν. Αμερικής. Δοκίμασε και γνώρισε καλά την περουβιανή, τη βραζιλιάνικη και την κολομβιανή κουζίνα. Γαστρονομικά pop up σε μαγαζιά του Μπουένος Άιρες, μαθήματα μαγειρικής σε Έλληνες και μη, βραδιές με έμπνευση από τα Κουβανέζικα paladar – το φαγητό έμπαινε όλο και περισσότερο στη ζωή του. Ο ίδιος, όπως μας λέει, έφτασε κάποια περίοδο να δουλεύει και για την Ελληνική Πρεσβεία στην Αργεντινή, μαγειρεύοντας για αρκετές εκδηλώσεις που διοργάνωνε. Γυρίζοντας στην Ελλάδα θέλει να μαγειρεύει για τους καλεσμένους του μεσογειακά φαγητά παρέα με τις συνταγές που γνώρισε όσο έλειπε.
Τι μαγειρεύεται τώρα;
Ό,τι και να ετοιμάζει, από την μαγειρική του δεν λείπει το λάδι Διδύμων Αργολίδας και τα φρέσκα μυρωδικά, όπως και τα ξινά φρούτα, από την πίσω αυλή. «Όταν μετακόμισα εδώ μου φαινόταν φοβερό το να μπορείς να κόψεις ένα λεμόνι από τον κήπο σου» λέει. Πορτοκάλια, μανταρίνια, βερίκοκα και γκρέιπφρουτ μεγαλώνουν μεταξύ άλλων στα δέντρα που είχε φροντίσει να φυτέψει η γιαγιά του.
Για επιπλέον προμήθειες προσπαθεί να τιμάει τα γύρω καταστήματα της Ηλιούπολης: «Ο φούρνος του Διαμαντή που συνεχίζει να λειτουργεί για 3η γενιά πίσω από το σπίτι μας, με το προζυμένιο του ψωμί και το εξαίρετης ποιότητας αλεύρι. Η βιολογική λαϊκή αγορά κάθε Τετάρτη, η λαϊκή αγορά του Σαββάτου» είναι μερικές από τις απαραίτητες στάσεις του πριν μπει στη κουζίνα.
Όσο ο Χρήστος φροντίζει τις τελευταίες λεπτομέρειες για το δείπνο στο μπαλκόνι, μας αφήνει να τριγυρίσουμε στο σπίτι, να χαζέψουμε τα παλιά βιβλία, τα αναμνηστικά από τα ταξίδια της δεκαετίας του ’60 με την Περιηγητική Λέσχη, τον εντυπωσιακό πολύχρωμο κύκνο στα πλακάκια του λουτρού, τις ποιητικές συλλογές. «Όσοι με επισκέπτονται θέλουν να περιηγηθούν στο σπίτι και καταλαβαίνω αυτή την επιθυμία. Βρίσκουν εδώ εικόνες από την παιδική τους ηλικία. Ένα κομμάτι της ιστορίας της πόλης».
Τρεις συνταγές σε μία… από τα τεφτέρια του Χρήστου
Τη μέρα που μας υποδέχτηκε, ο Χρήστος μας ετοίμασε ένα ολοκληρωμένο πιάτο χωρίς κρέας. Στην ουσία πρόκειται για τρεις συνταγές συνδυασμένες σε μια ολοκληρωμένη πρόταση για κύριο γεύμα. Έφτιαξε μια φάβα την οποία συνόδευσε με σοταρισμένα μανιτάρια τριών λογιών και μια φρεσκοψημένη λαδένια Κιμώλου, αντί για ψωμί. Κι ένα σημαντικό tip που μας έδωσε: να χρησιμοποιήσουμε ένα απαλό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο.
Ο Χρήστος διοργανώνει στο σπίτι του, κατά παραγγελία και για λίγα άτομα, θεματικές βραδιές -άλλοτε δείπνα με μεσογειακές και λατινοαμερικάνικες γεύσεις, άλλοτε οινογνωσίες με καλεσμένους ειδικούς.
Για πληροφορίες: E-mail: kalosaeras@gmail.com, T/ 6984071815
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Μήνυμα Φόρμας Σχολίων